Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

ΖΑΡΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ

 Ζάρια της Φαντασίας

Τα ζάρια της φαντασίας είναι ένα παιχνίδι  που ο παίχτης μπορεί με τη ζαριά που θα ρίξει να φτιάξει τη δική του ιστορία, με δέσμευση τις φιγούρες- εικόνες που θα τύχουν .
Μπορεί να ρίξει 2-3 ή και τέσσερα ζάρια και ανάλογα θα δεσμευτεί να χρησιμοποιήσει 2-3 ή και τέσσερις φιγούρες- εικόνες.

( Το κουτάκι έχει 6 ζάρια με το καθένα να έχει σε κάθε έδρα του κύβου μία φιγούρα-εικόνα)- Κυκλοφορεί στο εμπόριο.
 
π.χ. Με μία ζαριά δύο ζαριών, έτυχαν : α) ένα ποτήρι με ρόφημα και καλαμάκι στο ένα ζάρι και β) δύο δακρύβρεχτα μάτια και ένα στόμα
ανθρώπινης ίσως φιγούρας, στο άλλο.

Ιστορία με βάση την παραπάνω ζαριά

Τίτλος: Δεν μας πάει η θλίψη, η μελαγχολία


Έεελα Σωτηρία, να χαρείς.
Σταμάτα να κλαις, μας στεναχωρείς.
Για ένα 7 στη Χημεία;
Αμάν πια, πάψε να χαλιέσαι, είναι βλακεία.
Εδώ μαζευτήκαμε για να υποδεχτούμε τον παππού και τη γιαγιά.
Έτσι που σε βλέπουμε δακρύβρεχτη
λυπόμαστε και 'μεις.
Ξέρεις. Η στεναχώρια είναι μεταδοτική
από αυτόν που την περνάει, στους κοντινούς του.
Σε αυτούς που τον αγαπάνε. Δηλαδή να. Τώρα σε 'μας.
" Γιάννη, βάλε το τραγούδι που χορεύετε παιδί μου.
Εσύ Σωτηρία για τα θεωρητικά δε νοιάζεσαι;
Για τη Χημεία τι σκας;"
Τα είπε όλα μαζεμένα η θεία Γεωργία
έκανε νόημα σε μένα για τη μουσική
και άφησε μόνη της τη Σωτηρία.
Στρογγυλοκάθησε δίπλα από τη γιαγιά.
Δυο-τρεις φορές την έκανε αγκαλιά
ανάμεσα από τα χαχαχού, τα χαχαχά.

Με αυτά και με αυτά
σκάει ένα γελάκι η αδερφή μου.
Εγώ βάζω το τραγούδι το γνωστό
όπως πάντα. Δυνατά.
Με κοιτάζει με μάτια κόκκινα η Σωτηρία
αλλά δάκρυα δεν τρέχουν πια.
Αρχίζω το χορό, όλο και την πλησιάζω
με τα καμώματά μου τα χορευτικά
θέλω να την ξεσηκώσω
να ξεχάσει τη Χημεία.
Επιτέλους!  Σηκώνεται. Γελάει η Σωτηρία.
Χορεύουμε μαζί.
Η γιαγιά και αυτή χτυπιέται, καθιστή.
"Ααα! σε βλέπω γυμνασμένη μαμά!" της λέει η θεία Γεωργία.
"Να 'ναι καλά η φυσιοθεραπεύτρια στο ΚΑΠΗ" απαντάει η γιαγιά.
Ο παππούς κουνάει το κεφάλι αλλά δε βγάζει μιλιά.
Την πέρασε στο ντούκου την κοροϊδία η γιαγιά. Πάλι καλά.
Φτάνει η μαμά από την κουζίνα με δύο δίσκους
πιτσάκια, καναπεδάκια και λοιπά.
"Γιάννη πρέπει να ξαναγράψεις την ορθογραφία
έκανες δύο λάθη σε μία σειρά" μου λέει.
"Εντάξει " της είπα." Μετά".
Ξαναέρχεται από την κουζίνα ένας δίσκος με χυμούς , ποτά
και μπύρα δίχως αλκοόλ για τη γιαγιά.
Οι μεγάλοι τσουγκρίζουν ποτήρια.
Η αδερφή μου ανακατεύει με το καλαμάκι τον χυμό της
και με την πρώτη γουλιά:
" Μμμμ! απίθανη η βυσινάδα" λέει στη μαμά.
Πάρτυ γίνεται στο σαλόνι μας.
Ξεχάστηκε η Χημεία, μαζί και η δική μου ορθογραφία.
Ευτυχώς! Δεν μας πάει η θλίψη, η μελαγχολία.
Έτσι κι αλλιώς τι την θέλει τη Χημεία η Σωτηρία;
Αφού θέλει να σπουδάσει Αρχαιολογία.






Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023

Ο χιονοπόλεμος

                                                 Ο χιονοπόλεμος

Όσοι χιόνια λαχταράνε
για χιονοπόλεμο κινάνε
με ρούχα αλαφριά
μπότες, γάντια,σκουφιά
και θάρρητα περίσσεια.
Το πού θα καταλήξει
ποτέ κανείς δεν ξέρει
κάθε πατημασιά.

Εφτά- οχτώ γερόντοι
γύρω απ΄τη σόμπα μαζεμένοι
στο καφενείο του Αρτέμη
πίνουν, σπάνια μιλάνε
μεζέ, πιοτί, δεν του ζητάνε
μόνος του,ο Αρτέμης ξέρει
στον καθένα τι θα φέρει.

Έξω, τ' άσπρο του πάπλωμα
φουσκώνει ο χιονιάς
φάνηκαν σχολιαρόπαιδα
στο πλάτωμα της εκκλησιάς 
χρώματα αυλακώνουν
με βία το λευκό
κι οι γερόντοι
μέσα απ' τα τζάμια
μια -δυο φορές κοιτάξαν
τα χόρτασαν τα χιόνια αυτοί
στις θύμησες αράξαν.

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2023

Τα φωτάκια ( Χριστουγεννιάτικο)

                   Τα φωτάκια

Δε λέω, ωραία και πολλά
του δέντρου τα στολίδια
μπάλες, αγγελουδάκια
μολυβένια στρατιωτάκια
τάρανδοι, αγιοβασίληδες
ασημένια κορδελάκια
χρυσοκόκκινα πουγκάκια
αλλά...
αν δεν ήταν τα φωτάκια
δεν θα λάμπανε όλ' αυτά.

Στολίσαμε και χάλασα
λίγο το πρόγραμμά μου
κάνω τη σκανταλιά μου.
Στα ψέματα κοιμάμαι.
Περιμένω με αγωνία
οι άλλοι να κοιμηθούν
και... ευτυχώς που δεν αργούν.

Στις μύτες μου πατάω
με προσοχή πολλή
και όχι από τη μεριά
που τρίζει η σανίδα.
Δεν πάω από 'κει.
Μέσα στα σκοτεινά
κάθομαι. Στη μπερζέρα.
Μόνο απ' αυτή τη θέση
βλέπω το δέντρο ολόκληρο
πώς λάμπει και πώς χάνεται
από τ' αναβοσβήματα
κι η νύχτα στο σαλόνι μας
γίνεται μαγική.


                                                     

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ 2023

 

Μια ιστορία θα σας πω
         από τον παλιό καιρό



Που ακούω τις κληματόβεργες
πώς τρίζουν στη φωτιά
που πίνω εδώ μαζί τους
κρασί από τ’ αμπέλι μας
στυφό κι όσο το θέλω εγώ γλυκό
μ’ ευγνωμοσύνη λέω γεια
ανάμνηση θα ΄σαι  γλυκιά
χρόνε παλιέ που φεύγεις.

Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά!
Ωραία που μαζευτήκαμε
όλοι μαζί ξανά
το σπίτι είναι φωλιά.

Μεγάλοι και παιδιά σε διακοπές.
Τι κι αν είναι λίγες μέρες;
Μες του Χειμώνα την καρδιά
αυτές οι λίγες μέρες είναι μαγικές.


Τα κόκκινα όλα της φωτιάς
όλα τα πράσινα απ’ του κυπάρισσου
ως τ’ ασημένια της ελιάς
στα στολίδια, στις κουβέρτες, στα χαλιά
στα γάντια των παιδιών και στα σκουφιά
στα σερβίτσια του τσαγιού, του φαγητού
        κι ο αλεξανδριανός
        όπως μας έχει συνηθίσει
        γρήγορα παρατάει τα πράσινα
        στα κατακόκκινα θα καταλήξει.


Ήρθε εδώ που κάθομαι. Σιγά- σιγά.
Μια ζάλη με κυρίεψε
το ξέρω πως δεν είναι μονάχα απ’ το κρασί.
Χα! χα! …τα μικρά μου εγγονάκια
δε σταμάτησαν στιγμή.
Γιααα… να ησυχάσουμε όλοι
αυτά και ‘γω μαζί
θα τους πω μια ιστορία
η νύχτα ετούτη λέω, το ζητάει
στα χρόνια που ‘μουνα παιδί, ας με πάει.
Θα φωνάξω.
Γιααα… ελάτε
γιααα καθήστε στο χαλί
μια ιστορία θα σας πω
από τον παλιό καιρό.

Όταν ήμουνα μικρός
και πήγαινα Δημοτικό
ζούσα με τον πατέρα μου, τη μάνα
και τις αδερφές μου στο χωριό.
Ο πατέρας έκοβε ξύλα στο βουνό
αυτή ‘ταν η δουλειά του.
Τα φόρτωνε το Σάββατο στο φορτηγό
που έρχονταν από την πόλη.
Τον πλήρωνε ο οδηγός
και ήμασταν ευχαριστημένοι όλοι.
Στο χωριό όμως, είχαμε και ζωντανά.
Λίγα κατσίκια, κότες και μια αγελάδα
που ο πατέρας την έλεγε Ελλάδα.
Αυτό ήταν τ’ όνομά της.
Της το ‘χε δώσει αυτός.
Γιατί ‘ταν σαν την πατρίδα μας
έλεγε ο πατέρας
η Ελλάδα η αγελάδα.
Μικροκαμωμένη και όμορφη πολύ
θαρραλέα και σκληρή.
Κουνάβια κι αλεπούδες
τα πουλερικά μας
τα ‘βλεπαν μονάχα από μακριά.
Μουγκάνιζε η Ελλάδα, ειδοποιούσε.
Ο σκύλος; Υπναράς. Δεν έπαιρνε χαμπάρι
τι παραμόνευε έξω από την αυλή.

Εκεί, στο χωριό που ζούσαμε
είχαμε και γειτόνους αλλά λίγους.
Τα σπίτια τους κι οι κήποι
δεν ήταν κολλητά με μας
έτσι όπως είναι ‘δω στην πόλη
αλλά βρισκόμαστε. Κάναμε παρέα.
Μικροί, μεγάλοι, περνούσαμε καλά.
Κάποιοι όμως από τους γειτόνους μας
όχι πως ήτανε εχθροί
να… φανέρωναν μια ζήλεια, ένα άχτι
που ‘χαμε την Ελλάδα.
Ως και το γάλα της αλλιώτικο το έβρισκαν
κι έτσι στ’ αλήθεια ήταν.
Μυρωδάτο κι’ αλαφρύ.
Τα θυμάμαι. Όλα τα θυμάμαι.
Τρεις φορές έφυγε νύχτα ο πατέρας στα βουνά για να τη βρει.
Την είχαν κλέψει από διπλανά χωριά
με βοήθεια από γειτόνους μας.
Ναι. Ναι. Τους  κλέφτες και τους βοηθούς τους
τους βλέπουν μάτια, τους ακούν αφτιά.
Μια θεία της μάνας, η Γαρυφαλιά
που είχε σπίτι στον ακραίο, έξω από το χωριό
είχε τον τρόπο της. Ήταν λαγωνικό.
Ειδοποιούσε, χτύπαγε ό,τι ώρα και να ήταν
άμα έβλεπε, άμα άκουγε κάτι ύποπτο
κάτι που έδειχνε θα φέρει το κακό.

Την τελευταία, την τέταρτη φορά
που χάθηκε η Ελλάδα
ήταν σαν τώρα.
Ανάμεσα Χριστούγεννα με Πρωτοχρονιά.
Το κρύο έτσουζε, τα χιόνια είχαν κατέβει χαμηλά.
Μάζεψε προτού πέσει η νύχτα
ο πατέρας τα ζωντανά
έδεσε την Ελλάδα
έφερε ξύλα να ‘χουμε για τη φωτιά.
« Παραμονή Πρωτοχρονιά ‘ναι  σήμερα» είπε η μάνα
« να βάλω στο τσουκάλι τραχανά με καβουρμά
ετούτη η νύχτα θέλει νοστιμιά
θα ζεσταθούν τα μέσα μας, θα μαλακώσει κι η καρδιά.
Χορτάτοι ν’ αποχαιρετήσουμε την παλιά
να την καλοδεχτούμε την καινούργια τη χρονιά»
Έσπασε η μάνα κάρβουνα με τη μασιά
στέριωσε το τσουκάλι, έβαλε παραπέρα τον καβουρμά
κι είπε στην αδερφή μου
που ήταν μεγάλη κι’ ήξερε:
«Άστα τα μικρά Λενιώ
φέρε τα χρειαζούμενα
για το θυμιατό»
Ό,τι της είπε η μάνα, το ‘κανε η Λενιώ στο λεπτό
κι αμέσως ξανά με μας στο παιχνίδι
αυτή ΄ταν η μεγάλη.
Όλο αυτή έκανε τον αρχηγό.

Τώρα, τώρα που σας μιλώ μου έρχονται
μμμμ!!...μμμμμ!!!...
Σα να ‘χει η θύμηση και μυρωδιά
τι χαρά στέλνει στην κοιλιά και στο μυαλό
το χοιρινό που καίει το λίπος του!
Το λιβάνι πώς μοσχοβολάει!
Ο πατέρας στο τραπέζι, πίνει κρασί, καπνίζει
περιμένει το φαγητό.
Η μάνα λέει ξανά: « Άντε Λενιώ
στρώσε το τραπεζομάντηλο το γιορτινό
έτοιμο το φα…
γκαπγκαπγκαπ
δεν πρόλαβε ν ‘αποσώσει την κουβέντα
γκαπγκαπγκαπγκαπ
χτυπήματα στην πόρτα δυνατά.
« Λάμπρο, Λάμπρο, Φωτούλα»
Φώναζαν τον πατέρα και τη μάνα.
«Η θεια Γαρυφαλιά» είπε η μάνα τρομαγμένη.
Άνοιξε.
Μπήκε η θεια.
Φώναζε, κούναγε τα χέρια να βιαστούν.
«Λάμπρο κλέψαν την Ελλάδα
πάνε κατά το ποτάμι
πόνου άκουσα μουγκανητά απανωτά
το ζώο όσο κρατάει το φως της αστραπής τόειδα
« Ποιος ήταν; Πάμε» ,είπε  ο πατέρας, « να πάρω τ’ όπλο θεια».
«Λενιώ, Λενιώ φέρε το παλτό»  είπε η μάνα
«σταθείτε, έρχομαι και ‘γω
να πάρω το θυμιατό. Το θυμιατό.»
Έφυγαν κι οι τρεις. Μες τη νύχτα, τη βροχή.
Ο φόβος ο πραγματικός
έκοψε το παιχνίδι μας
μείναμε να κοιταζόμαστε.
Περιμέναμε από τη Λενιώ
κάτι να κάνει, κάτι να πει
αλλά κι αυτή τρομαγμένη. Βουβή.

Τι μεγάλη ήταν εκείνη η νύχτα!
Περιμέναμε να ‘ρθουν με την Ελλάδα μας
με την αγελάδα μας μαζί.
Κανένας δε νύσταξε να πάει να κοιμηθεί
ήταν και τ’ όπλο που ‘χε πάρει ο πατέρας
ανησυχούσαμε κακό μεγάλο μη μας βρει.
Περιμέναμε… περιμέναμε…μετά
μας έβαλε η Λενιώ να φάμε
τραχανά με καβουρμά.
Όχι στο τραπέζι. Καθίσαμε κοντά στη φωτιά.
Μονάχο του ένα κούτσουρο έκαιγε.
Απάνω στη στάχτη ξαπλωμένο
σφύριζε σιγανά.
Εκεί μας πήρε ο ύπνος.
Ξυπνήσαμε από μουγκανητά.
Μέσα στο δωμάτιο ήταν όλοι.
Ο πατέρας, η Ελλάδα, η μάνα, η θεια Γαρυφαλιά.
Γέμισ’ ο τόπος νερά. Νερά και μουγκανητά.
Πονούσε η Ελλάδα μας, είχε γρατσουνιές στη ράχη, στην κοιλιά
σα να ‘χαν γίνει από τα σύρματα τ’ αγκαθωτά.
Τα πίσω πόδια της τα ‘χε τυλιγμένα με πανιά
ήταν ματωμένα. Ήταν της μάνας η ποδιά.
«Λενιώ, μικρά μου» είπε η μάνα και μας τράβηξε κοντά της
οι καλικαντζαρέοι , οι καλικαντζαρέοι
της ζηλέψαν οι κακομούτσουνοι την ομορφιά.
Αυτοί την πήραν, αυτοί τη μάτωσαν
με τα βρωμιάρικά τους νύχια τα γαμψά.
Τους είδαμε. Ε Λάμπρο; Ε θεια;»
Κούνησαν το κεφάλι ο πατέρας και η θεια Γαρυφαλιά.
Βγάζει το θυμιατό η μάνα απ’ το παλτό.
Το κρατάει ψηλά, το κρατάει σφιχτά.
Αυτό! Αυτό μας έσωσε! Το λιβάνι τους ξαπόστειλε παιδιά.
Πάνω της χοροπήδαγαν, την τραβολογούσαν πέρα-δώθε οι παλαβοί.
Δεν φοβήθηκα. Πλησίασα πολύ.
Άντεξαν τα καρβουνάκια. Ήμαστε τυχεροί.
Σίγουρα ένιωσαν τη μυρωδιά.
Ούρλιαξαν, χαχάνισαν, ξαναούρλιαξαν
πάει. Εξαφανίστηκαν.
Ελλάδα μου, εγώ θα σε φροντίσω
Πρωτοχρονιά εδώ. Μαζί μας και ‘συ»

Πήρε ο πατέρας λίγα ξύλα λιανά
ζωντάνεψε αμέσως η φωτιά
κι είπε: « Φωτούλα. Θεια Γαρυφαλιά
άντε ν’ αλλάξουμε, να φάμε τραχανά με καβουρμά.
Να την καλοδεχτούμε.
Ήρθε η καινούργια η χρονιά
είμαστε όλοι καλά!»



( Το κείμενο είναι ένας μονόλογος. Μια αφήγηση από τον παππού.
Στο Χριστουγεννιάτικο σκηνικό δίπλα στο τζάκι, θα καλέσει τα εγγονάκια και θα αφηγηθεί την ιστορία του.)





Τετάρτη 5 Ιουλίου 2023

Το καρύδι κι ο αέρας

   Το καρύδι κι ο αέρας


Πέφτει ένα καρύδι
κάτω απ' την καρυδιά
και είναι λυπημένο
γιατί τρεις μέρες τώρα
δεν έχει συντροφιά.
Με τον αέρα τα 'βαλε
αυτός που δεν δυνάμωσε
φταίει για τη μοναξιά του
σκέφτηκε, μα δεν έμεινε
πολύ στη σκέψη αυτή.
Μία ωραία συνάντηση
έφερε άλλη σκέψη
που βγήκε απ' το μυαλό
με ενθουσιασμό
κι  έγινε λόγια ευγενικά:
" Σ΄ευχαριστώ αέρα
που ήμουνα εδώ
κι ας ήμουν μοναχό.
Θα πάω ταξιδάκι
μέσα στο καλαθάκι
που έχει το κοριτσάκι.
Θα γίνω κάτι άλλο
μία χειροτεχνία
για το Δημοτικό.
Είμαι πολύ χαρούμενο
η φαντασία μου πηγαίνει
σε κάτι καταπληκτικό.
Αρμενίζω στο γιαλό.
* δύο βαρκάκια με πανάκι
θα γίνει αυτό το καρυδάκι
φύλλα για πανάκι
ξύλα για κατάρτι
έχει ένα σωρό
θα πάρω όσα θέλω
και διαλέγω στο σχολειό*
είπε το κοριτσάκι."

"Ξέρω, τα άκουσα όλα
κι εγώ χαίρομαι πολύ."
απαντάει ο αέρας.
" Σπουδαία ιδέα είχε η μικρή.
Περιμένω πώς και πώς
πολλά παιδιά να 'ρθουν εδώ
όλο και κάποια εκδρομή
θα σκάσει. Δε μπορεί.
Θα φυσήξω, θα τινάξω
τα κλαδιά της καρυδιάς.
Χάμω; Αρκετά καρύδια
να διαλέξουν τα παιδιά
και... όσα πάρουν από αυτά.

Φίλε μου, θα το φροντίσω
να μείνουνε και μερικά
μου 'χες κακιώσει κι είχες δίκιο
φέρνει λύπη η μοναξιά.

  






Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Γραμματική της Φαντασίας ( τεχνικές Ροντάρι)

 
                                       Φτιάχνοντας ιστορίες

Εξερευνώντας μία οποιαδήποτε λέξη ( κατά προτίμηση ουσιαστικό ή επίθετο) φτιάχνω μία ιστορία τοποθετώντας κάθετα τα γράμματα και αρχίζοντας από το πρώτο. 
Βλέποντας λοιπόν το πρώτο γράμμα, γράφω τη λέξη που αρχίζει από αυτό και μου έρχεται πρώτη στο μυαλό.
Ακολουθούν με τη σειρά τα άλλα γράμματα της λέξης( 2ο , 3ο, 4ο, 5ο)
Το φίλτρο, η δέσμευση είναι :Να φτιάξω με τις λέξεις που θα βρω με οδηγό το πρώτο γράμμα της κάθετης λέξης, μετά το δεύτερο, μετά το τρίτο κλπ μία ιστοριούλα.Αυτή θα είναι  κάτι σαν ποιηματάκι, μια φράση ολοκληρωμένη νοήματος.

Σαν άσκηση   δυσκολεύει αν δεν χρησιμοποιήσω συνδετικά:άρθρα, προθέσεις, συνδέσμους, αριθμητικά. Σε αυτή την περίπτωση είναι άσκηση για παιδιά των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού.
Με τη χρήση των παραπάνω συνδετικών  ανάμεσα στις λέξεις ( πέντε ή έξι αριθμητικά όλα μαζί συνδετικά και λέξεις) είναι πιο εύκολο να βγει νόημα- ιστοριούλα.

*Η άσκηση εφαρμόζεται για λέξεις με 5 ή και 6 γράμματα 
* Μπορώ να χρησιμοποιήσω ρήματα σε όλους τους τύπους, μετοχές,
αντωνυμίες, ουσιαστικά, επίθετα.κλπ

Παραδείγματα
Λάμπα         
Λένα            Λεμόνι                Λιμάνι             Λίγα
αγάπη          αυγό                    αντίκρυ           αστέρια
μου              μπανάνα              μπαίνουμε      μιλούν 
πάχυνες       παστά                  πειρατές          πάντα
απότομα      απαγορεύονται    αρματωθείτε   ακολουθώντας

Λουλούδια
απλώνουν
μυρωδιές
παντού
άγνωστες.

Πέτρα
Πέντε          Πολλές            Πριν             Παίζοντας    Πολλοί
επιβάτες      ερωτήσεις        εργάτριες     έφτασα         επιβίωσαν
τραγούδια   τελικά              τέντωναν      τρώγοντας    τρώγοντας
ροκ              ρέουν               ρούχα           ρόδια            ραδίκια
άκουγαν      αναπάντητες    ασιδέρωτα    αγίνωτα        άγρια


Βιβλίο
Βόρεια          Βαρειά         Βασιλιάδες   Βρήκε         Βράδυα
ιππεύοντας    ιστιοφόρα    ικανοί           ιστορία        ίδια
βουνά            βαστούν       βαστούν       βλέποντας   βαρετά
λίμνες            λευκοί          λατρείας       λιμάνια       λείπουν
ισκιερά          ιμάντες         ιερούς           ίσως           ιδέες
όλα                ολόγυρα       όρκους          όμορφα      οράματα

Αγάπη
Άνθρωποι     Ανάτειλε         Αστέρια      Αδούλωτοι  Απογοητεύτηκα
γυρίζουν       γλυκός            γνέφουν      γιατί            γιατί
από               απρίλης           από             απλά           αχρηστεύτηκαν
πόλεις           πάλι                πάνω           πιστεύουν   πολλοί 
ηλιόχαρες     ηλιοφάνεια     ηρέμησε      ήρωες         ηλιακοί

Κάλτσα
Κάνε         Κύματα     Κλαίνε           Κυνηγοί              Κεράσια
άκρη         άγρια         ατιμώρητα     απλωθείτε           ανοιγμένα
λοιπόν       λύσαν       λυπούνται       λευτερώστε        λέρωσαν
το              τη              τάχα               τα                        τέσσερα
σχέδιο       σχεδία       σαν                σκυλιά                 σκαλοπάτια
απέτυχε     αμέσως     ανόητοι          αγριογούρουνο   αποβραδίς

Κοιτιόμαστε
αμίλητοι
λυγίσαμε
τα 
σώματα
αποκοιμηθήκαμε





Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

Ο Α Ν Θ Ο Κ Η Π Ο Σ

 

              Ο   Α Ν Θ Ο Κ Η Π Ο Σ

Ο θείος μου ο Παρασκευάς
που είναι ο μεγάλος αδερφός της μαμάς
μένει στο Δερβένι.
Εμείς πηγαίνουμε εκδρομές εκεί
όταν ο μπαμπάς και η μαμά
θέλουν να φύγουμε από την Αθήνα
για να ξεφύγουμε λένε, από τη ρουτίνα
για να χαρούμε τον ήλιο, τη θάλασσα, την ανοιχτωσιά
για να φάμε με τα ξαδέρφια μας καλαμαράκια τηγανητά.

Ο θείος Παρασκευάς εκτός από το μαγαζί του
                                      με τα διακοσμητικά
που είναι η κανονική του δουλειά
και βγάζει από αυτή λεφτά,
την Άνοιξη και το Καλοκαίρι
γίνεται και κηπουρός.
Επαγγελματίας, λένε ο μπαμπάς και η μαμά
αφού στον τεράστιο κήπο του
φυτεύει πολλά λουλούδια και τα πουλάει.
Για το σπίτι του και για φίλους, ελάχιστα κρατάει.
Εμείς τα παιδιά, η αδερφή μου η Αθηνά
και τα ξαδέρφια μου ο Ντίνος και η Τζένη
πηγαίνουμε- όταν είμαστε και εμείς στο Δερβένι-
πάντα στον ανθόκηπο του θείου Παρασκευά.
Αυτό γίνεται το Σάββατο το απόγευμα ,επειδή
την Παρασκευή ο θείος δεν μας επιτρέπει.
Μέσα στα πόδια του, το έχει πει, δεν μας θέλει.

Το Σάββατο γίνεται στην Κόρινθο και στο Ξυλόκαστρο λαϊκή
και ετοιμάζει παραγγελίες για εκεί.
Το απόγευμα όμως, γινόμαστε στον ανθόκηπο
και τα παιδιά κηπουροί.
Κόβουμε τα κίτρινα, τα ξεραμένα φύλλα και τα κλαράκια
άμα χρειαστεί
σκαλίζουμε, ποτίζουμε, κόβουμε λουλούδια
δουλειά κανονική. Είμαστε του θείου βοηθοί.
Λερωνόμαστε βέβαια, ας φοράμε γάντια
παπούτσια και πόδια μες το χώμα ,μες τη λάσπη
αλλά τι πειράζει;
Το λάστιχο μας περιμένει στην αυλή
έτσι, κανένας μεγάλος δεν φωνάζει.
Ο θείος, στον ανθόκηπο μας αφήνει
να παίζουμε και κρυφτό.
Τρεις μακριές σειρές έχουν ψηλά λουλούδια
ντάλιες, τριανταφυλλιές, μεταξάκια, κατιφέδες
και δύο σειρές έχουν θάμνους φουντωτούς και φτέρες.
Εγώ, να σας πω την αλήθεια
πολλές φορές δεν θέλω από την  κρυψώνα μου να βγω
κάποια ωραία μυρωδιά με κρατάει σε αυτή.
Δεν βιάζομαι να παραβγώ στο τρέξιμο
με αυτόν που τα φυλάει
ας προλάβουν λέω, ας φτύσουν οι άλλοι.

Στο πρωϊνό η θεία Αναστασία
η γυναίκα του θείου Παρασκευά
μας λέει: « Εκτός από μέλι υπάρχει και μαρμελάδα
αλείψτε στο ψωμί, στη φρυγανιά
είναι από τα άνθη της ακακίας.
Το βλέπετε αθηναίοι;» Και μας το δείχνει.
Σε μένα και την Αθηνά.
Και συνεχίζει η θεία: «Δοκιμάστε μία γεύση διαφορετική
ξεφύγετε από τη φράουλα και το κεράσι
έτσι, για την αλλαγή.
Η μαμά μου που προτιμάει το γιαούρτι
από το γάλα για πρωϊνό
βάζει όταν είμαστε στο Δερβένι
γλυκό τριαντάφυλλο πάνω στο γιαούρτι.
Λέει ότι τρώει ένα υπέροχο γλυκό.
Και στην Αθήνα το κάνει αυτό. Την έχω δει.
Εδώ όμως , ο μπαμπάς σα να τη μαλώνει.
« Άσε το τριαντάφυλλο» της λέει
« είναι το συνοδευτικό του καφέ μου Αντιγόνη».

Χα! Τα λουλούδια δεν είναι μόνο για τα μάτια
                                                για την ομορφιά.
Δεν μας τραβούν τη μύτη μόνο  για τη μοσχοβολιά.
Χαίρεται καιαιαι… η κοιλιά!
χα! χα! χα! χα!
Απ’ όλα δίνει ο ανθόκηπος του θείου Παρασκευά.
Γι αυτό ο μπαμπάς μου επιμένει
να μην ξεχνάει τα βάζα η μαμά
όταν είναι να πάμε στο Δερβένι.
Εμείς τα γυρίζουμε άδεια στη θεία
και αυτά έρχονται γεμάτα στην Αθήνα.
Και από λουλούδια;
Γεμίζουμε τα ανθοδοχεία
στο καθιστικό, στο διάδρομο και στην κουζίνα.
Πάντως, τις πιο ωραίες ανθοδέσμες
τις φτιάχνει η μαμά για την κυρία Κατίνα
τη γιαγιά που μένει πάνω από εμάς.
Σε κάποιες γιορτές
που τις ξέρουν η κυρία Κατίνα και η μαμά,
πηγαίνει στην εκκλησία στην Παναγία
δώρο μία μεγάλη ανθοδέσμη
από τον ανθόκηπο του θείου Παρασκευά.