Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2022

Όταν... μοιράζονται οι δουλειές ( καταμερισμός έργων στο Δημοτικό)



                    Όταν.... μοιράζονται οι δουλειές

Ο Μπουλούκος ο Αργύρης
είναι πολύ νοικοκύρης.
Τη γυναίκα του βοηθάει σε πολλές δουλειές.
Κάνει στο σπίτι τις επισκευές
σε μπρίζες, σε βρύσες, σε πόρτες, σε παράθυρα
αλλά και... με τη σφουγγαρίστρα δεν τα πάει άσχημα.
Στο σούπερ μάρκετ πάει κάθε Παρασκευή
και δύο φορές το μήνα, φορτώνεται στη λαική.
Όλα αυτά τα κάνει ο μπουλούκος επειδή πιστεύει
ότι πρέπει να μοιράζονται οι δουλειές
κατά τη γνώση που έχει ο καθένας
και το μπορετό να τελειώσει τη δουλειά
τότε που πρέπει, δίχως να χασομερά.
Στο καφενείο, που συνέχεια μιλάνε για τα επαγγελματικά
όλοι στο ίδιο συμπέρασμα φτάνουν τελικά:
ότι ο κάθε άνθρωπος τα καταφέρνει καλύτερα από πολλούς άλλους
σε μία δουλειά
και αυτό για να το ανακαλύψει
μπορεί να περάσουν χρόνια αρκετά.
Ναι. Κάνει μαστορέματα στο σπίτι ο Αργύρης
τα καταφέρνει μια χαρά
αλλά αυτό συμβαίνει επειδή
δώδεκα  χρόνια τώρα πάνε
που δουλεύει στην οικοδομή.
Η γυναίκα του Αργύρη η Πιπίτσα
του κάνει χατίρια,  χατίρια στη μαγειρική.
Ξέρει πόσο του αρέσει το φαί
και μάλιστα μαγειρεμένο, μόνο από αυτή.
Τη μαγειρική της Πιπίτσας 
μέχρι και οι γείτονες λιγουρεύονται
σα να έχουν φάει πραγματικά.
Τα γεμιστά της απλώνουν τα αρώματά τους
τρία, μπορεί και τέσσερα στενά.
Αναλόγως πώς φυσά.
Όσο για τη βελούδινη φάβα της;
Δεν την πιάνει καμμιά.
Σε αυτά τα κατορθώματά της τα μαγειρικά
δεν έφτασε από σπουδή σε κάποια σχολή
ούτε και το 'ψαξε τόσα χρόνια νοικοκυρά,  με τη μαγειρική
να κάνει αλλαγές, να ψάχνει περίεργα υλικά.
Ό,τι ξέρει, το ξέρει από πολύ μικρή.
Μεγάλωσε στην ταβέρνα του παππού της στην Κοκκινιά
εκεί έμαθε όλα, της μαγειρικής τα μυστικά
με πολύ λίγα, ευκολόβρετα υλικά.
Ορέχτηκε ο Μπουλούκος μουσακά;
Η Πιπίτσα δένει στη μέση την ποδιά
τηγανίζει ελαφρά τα λαχανικά
-κατάστεγνα χωρίς υγρά-,
φτιάχνει τον κιμά με μοσχοκάρυδο μονάχα
και μαυροπίπερο από μπαχαρικά
ρίχνει δύο στρώσεις από πάνω μπεσαμέλ
κααιαιαι... ο Μπουλούκος πού και πού χαϊδεύει την κοιλιά του
αφού ξέρει από το πρωί τι θα του ετοιμάσει
για μεσημεριανό η κυρά του.

Μία μέρα ο Αργύρης
έκανε δουλειές στην αυλή.
Με σκούπα, με φαράσι, με κλαδευτήρι
τσάπα, φτυάρι και λοιπά
καθάριζε από φύλλα κι αγριάδες
σκάλιζε, κλάδευε ξερά κι άλλα αχρείαστα κλαριά.
Πολύ τον παίδεψε όμως, να στήσει την καλαμωτή
για ν' απλωθεί εκεί που αυτός ήθελε, το γιασεμί.
Πέντε ώρες δούλευε χωρίς σταματημό
κι εκεί που στο τέλος καθάριζε, τα εργαλεία στο νερό,
ήρθε από το σπίτι μία μυρωδιά
που τον έκανε βαθειά ανάσα να πάρει.
Τόσες ώρες ούτε κλαράκι ούτε λουλούδι
στη μύτη του δεν δώσαν ευχαρίστηση καμμιά
μα αυτή η μυρωδιά από το σπίτι
τον τάραξε πραγματικά.
-" Μμμμμ! η Πιπίτσα έφτιαξε πίτσα
με μπέικον και πιπεριά!"
είπε μέσα του κι' αχνογέλασε
με τα χείλια του κλειστά.
-" Ελπίζω να έβαλε το μεγάλο ταψί
πεινάω, πεινάω πολύ!"
Μπήκε στο σπίτι ο Αργύρης.
Η μυρωδιά δυνάμωσε, σα μαγνήτης τον τράβηξε
στης κουζίνας τη μεριά.
Ευτυχώς βλέπει στο φούρνο το μεγάλο ταψί.
Το τυρί λιωμένο, κατακίτρινο, παχύ
φουσκώνει και σηκώνει
μανιτάρια, μπέικον, πιπεριές.
Όλα ροδοκοκκινίζουν και μικραίνουν
τι γρήγορα που καταπίνει τα υγρά η φωτιά!
Μήπως να χαμηλώσει τη θερμοκρασία;
Γύρω- γύρω οι άκρες χρυσοκαφετιές
δείχνουν να' ναι και κριτσανιστές.
Όλα τα σημάδια φανερά.
Το ψήσιμο έχει ολοκληρωθεί.
Η πίτσα πρέπει να βγει.
-" Αααα!!!  πού είσαι Πιπίτσα; Πιπίτσα
γυναικούλα μου καλή! Θέλω όλο το ταψί!"
λέει ο Μπουλούκος δυνατά.
Στην κουζίνα να 'την κι η Πιπίτσα.
Ήρθε να βγάλει την πίτσα.
Ρωτάει τον Αργύρη:
-"Μόνος σου μιλάς;"
-" Ναι" της απαντάει. " ενθουσιάστηκα Πιπίτσα με την πίτσα"
-" Όλη δική σου . Να την ευχαριστηθείς" λέει η Πιπίτσα και γελά.
"Εγώ, είμαι σε δίαιτα από προχθές.
Για σένα την έφτιαξα Μπουλούκο μου,
..............................φάε όσο θες!"





















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου